Στο τμήμα της σχολής του Καπ. Πανεπιστημίου που φοιτούσα υπήρχε και μία συμφοιτήτριά μου ονόματι Καλλίστη, η οποία από την αρχή του πρώτου έτους είχε ένα στυλ που θα έλεγα ότι δεν άρμοζε σε άτομα τα οποία επιχειρούν να διευρύνουν τις γνώσεις τους σε πανεπιστημιακό ίδρυμα. Καθόταν άνετη (σε ημικλινή θέση με το ένα πόδι πάνω στο έδρανό της) κατά τη διάρκεια της παράδοσης και σχολίαζε τα πάντα με ειρωνικό ύφος, αντιπαθές σε όλους του φοιτητές που την άκουγαν. Εν ολίγοις δεν άφηνε τίποτα ασχολίαστο. Συχνά με στόμφο, είτε προσέθετε χαμηλόφωνα -αλλά αρκετά δυνατά ώστε να ακουστεί από τους γύρω της- κάποια πληροφορία (η οποία σπανίως ίσχυε) είτε, πάλι με την ίδια ένταση φωνής, ακύρωνε χαμογελώντας με υπεροψία τις χρήσιμες πληροφορίες που μας δίδασκε ο εκάστοτε καθηγητής. Είχε αυτή την κλασική έπαρση που έχουν όλοι οι ημιμαθείς, οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους αρκούντως μορφωμένους και όλους τους άλλους υποδεέστερους και αδαείς. Ήδη από πολύ νωρίς άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα ενοχλητική σε σημείο που μία άλλη συμφοιτήτρια τής είπε ότι, αφού τα ήξερε όλα, θα ήταν καλύτερα, απλά να δίνει τα μαθήματα και να μην παρακολουθεί τις παραδόσεις. Αυτή απάντησε με υπεροψία, αλλά καθόλου μεταξύ σοβαρού και αστείου (το πίστευε ακράδαντα), ότι προσέφερε πολύτιμες πληροφορίες σε όλους τους φοιτητές και σε αρκετούς καθηγητές που δεν είχαν μελετήσει πολύ καλά το αντικείμενό τους. Να σημειώσω ότι οι βαθμοί της δεν ξεπερνούσαν ποτέ το 6 και σε ορισμένα μαθήματα το 7, αλλά συνέχιζε να σνομπάρει τους καθηγητές το ίδιο απροκάλυπτα. Πρόσφατα τη συνάντησα στο μετρό και χαιρετηθήκαμε. Με ρώτησε με τι ασχολούμαι, της είπα ότι είμαι από τους τυχερούς που εργάζομαι στο αντικείμενο που ήθελα από τα 10 μου χρόνια και αυτή κούνησε περίλυπη το κεφάλι της. Δεν μου είπε ακριβώς με τι ασχολείται, αλλά κατάλαβα κάπου με πενιχρά έσοδα. Εξάλλου τα ρούχα της μαρτυρούσαν ότι είχε περιέλθει σε μία, αν μη τι άλλο, δύσκολη κατάσταση… Ο νεαρός που φλέρταρε στη σχολή, ούτε που να τη φτύσει τώρα πια, αν και τότε τη ζαχάρωνε. Τη ρώτησα που ζει, μου είπε, και μετά από λίγο μου απεκάλυψε κάτι τραγικό χωρίς να τη ρωτήσω: ότι δεν επικοινωνεί πλέον με τους γονείς της, ισχυριζόμενη ότι αυτοί την οδήγησαν -και ιδιαίτερα ο πατέρας της- στο να έχει υιοθετήσει αυτό το υπεροπτικό ύφος που είχε ήδη από το δημοτικό και που τελικά, μάλλον της προκάλεσε αρκετά δεινά. Η έκφραση του προσώπου της με έκανε να την πιστέψω. Είχε μετατραπεί τώρα πια σε ένα κουβάρι αβεβαιότητας με έλλειψη αυτοπεποίθησης που απείχε σφόδρα από αυτή τη φοιτήτρια που ήξερα από τα πάλαι ποτέ χρόνια της φοιτητικής μου ζωής. Εμβρόντητος και συνειδητοποιώντας την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει, σκέφτηκα ότι σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να ισχύει αυτό που εικάζεται. Ότι την μισή ζωή των παιδιών την καταστρέφουν οι γονείς τους. Ενίοτε και ολόκληρη…Παρασκευή 24 Οκτωβρίου 2008
Tεμαχίζοντας την Καλλίστη...
Στο τμήμα της σχολής του Καπ. Πανεπιστημίου που φοιτούσα υπήρχε και μία συμφοιτήτριά μου ονόματι Καλλίστη, η οποία από την αρχή του πρώτου έτους είχε ένα στυλ που θα έλεγα ότι δεν άρμοζε σε άτομα τα οποία επιχειρούν να διευρύνουν τις γνώσεις τους σε πανεπιστημιακό ίδρυμα. Καθόταν άνετη (σε ημικλινή θέση με το ένα πόδι πάνω στο έδρανό της) κατά τη διάρκεια της παράδοσης και σχολίαζε τα πάντα με ειρωνικό ύφος, αντιπαθές σε όλους του φοιτητές που την άκουγαν. Εν ολίγοις δεν άφηνε τίποτα ασχολίαστο. Συχνά με στόμφο, είτε προσέθετε χαμηλόφωνα -αλλά αρκετά δυνατά ώστε να ακουστεί από τους γύρω της- κάποια πληροφορία (η οποία σπανίως ίσχυε) είτε, πάλι με την ίδια ένταση φωνής, ακύρωνε χαμογελώντας με υπεροψία τις χρήσιμες πληροφορίες που μας δίδασκε ο εκάστοτε καθηγητής. Είχε αυτή την κλασική έπαρση που έχουν όλοι οι ημιμαθείς, οι οποίοι θεωρούν τους εαυτούς τους αρκούντως μορφωμένους και όλους τους άλλους υποδεέστερους και αδαείς. Ήδη από πολύ νωρίς άρχισε να γίνεται ιδιαίτερα ενοχλητική σε σημείο που μία άλλη συμφοιτήτρια τής είπε ότι, αφού τα ήξερε όλα, θα ήταν καλύτερα, απλά να δίνει τα μαθήματα και να μην παρακολουθεί τις παραδόσεις. Αυτή απάντησε με υπεροψία, αλλά καθόλου μεταξύ σοβαρού και αστείου (το πίστευε ακράδαντα), ότι προσέφερε πολύτιμες πληροφορίες σε όλους τους φοιτητές και σε αρκετούς καθηγητές που δεν είχαν μελετήσει πολύ καλά το αντικείμενό τους. Να σημειώσω ότι οι βαθμοί της δεν ξεπερνούσαν ποτέ το 6 και σε ορισμένα μαθήματα το 7, αλλά συνέχιζε να σνομπάρει τους καθηγητές το ίδιο απροκάλυπτα. Πρόσφατα τη συνάντησα στο μετρό και χαιρετηθήκαμε. Με ρώτησε με τι ασχολούμαι, της είπα ότι είμαι από τους τυχερούς που εργάζομαι στο αντικείμενο που ήθελα από τα 10 μου χρόνια και αυτή κούνησε περίλυπη το κεφάλι της. Δεν μου είπε ακριβώς με τι ασχολείται, αλλά κατάλαβα κάπου με πενιχρά έσοδα. Εξάλλου τα ρούχα της μαρτυρούσαν ότι είχε περιέλθει σε μία, αν μη τι άλλο, δύσκολη κατάσταση… Ο νεαρός που φλέρταρε στη σχολή, ούτε που να τη φτύσει τώρα πια, αν και τότε τη ζαχάρωνε. Τη ρώτησα που ζει, μου είπε, και μετά από λίγο μου απεκάλυψε κάτι τραγικό χωρίς να τη ρωτήσω: ότι δεν επικοινωνεί πλέον με τους γονείς της, ισχυριζόμενη ότι αυτοί την οδήγησαν -και ιδιαίτερα ο πατέρας της- στο να έχει υιοθετήσει αυτό το υπεροπτικό ύφος που είχε ήδη από το δημοτικό και που τελικά, μάλλον της προκάλεσε αρκετά δεινά. Η έκφραση του προσώπου της με έκανε να την πιστέψω. Είχε μετατραπεί τώρα πια σε ένα κουβάρι αβεβαιότητας με έλλειψη αυτοπεποίθησης που απείχε σφόδρα από αυτή τη φοιτήτρια που ήξερα από τα πάλαι ποτέ χρόνια της φοιτητικής μου ζωής. Εμβρόντητος και συνειδητοποιώντας την κατάσταση στην οποία είχε περιέλθει, σκέφτηκα ότι σε πολλές περιπτώσεις μπορεί να ισχύει αυτό που εικάζεται. Ότι την μισή ζωή των παιδιών την καταστρέφουν οι γονείς τους. Ενίοτε και ολόκληρη…Δευτέρα 20 Οκτωβρίου 2008
Blog O' Παίγνιον!
Βλέποντας το blog "Λόγια της Πλώρης" της blogger Anastasias είδα κι ένα πολύ ωραίο blogoπαίχνιδο (για τον τίτλο που φαίνεται περίεργος δεν θα δώσω και λογαριασμό-έτσι μου άρεσε βρε αδερφέ). Λοιπόν επιλέγω ένα ποίημα, έναν πίνακα και ένα ρητό που με εκφράζουν. Ποίημα που λατρεύω είναι ένα απόσπασμα από την "Μπαλάντα της Φυλακής του Reading" του Oscar Wilde και συγκεκριμένα οι δύο τελευταίες στροφές:
In Reading gaol by Reading town
There is a pit of shame,
And in it lies a wretched man
Eaten by teeth of flame,
In a burning winding-sheet he lies,
And his grave has got no name.
And there, till Christ call forth the dead,
In silence let him lie
No need to waste the foolish tear,
Or heave the windy sigh:
The man had killed the thing he loved,
And so he had to die.
Δευτέρα 13 Οκτωβρίου 2008
Περιπλανήσεις ενός σκυλιού και ενός χάμστερ...
Ι. Περιπλανιέται στα πιο υγρά πλακόστρωτα δρομάκια της πόλης. Αυτή η γκρίζα πόλη δεν έχει σχέση με τους διακοσμημένους τοίχους -από πινελιές χρυσόσκονης- του σπιτιού του. Από το μπαλκόνι -σαν εξώστης διακεκριμένης ζώνης μοιάζει- δεν μπορεί παρά να θαυμάσει την ύπαρξή του, η οποία δεν οφείλει τίποτα στην τύχη, αλλά στην σκληρή εργασία από την οποία απεκόμισε χρήμα και φήμη. Να τώρα που έφτασε η ώρα για να απολαύσει αυτό το κομμάτι ευτυχίας που του αναλογεί (τόσο δίκαια μοιρασμένο) απρόσκοπτος από εξωγενείς θλιβερούς παράγοντες που επιμένουν να τον κάνουν να σκεφτεί και κάποιους άλλους ανθρώπους που τάχα είναι ατυχείς -καλοδουλεμένη η μάσκα δυστυχίας που φορούν-. Δε θα κοιτάξει όμως αυτό το ειρωνικά κατασκευασμένο θέαμα. Μπαίνει μέσα στο σπίτι. Το χαμστεράκι του έχει δύο ώρες να φάει. Πώς μπορεί να ξέχασε την τελευταία δόση τροφής; Και του το είπε ο κτηνίατρος. Πριν πάρει το ζωάκι τα φάρμακά του πρέπει να τρώει διπλή τροφή. Είναι αργά και αύριο έχει πάλι να πάει για δουλειά. Το εξαντλητικό του ωράριο τον έχει τσακίσει.…

